ΕΘΝΟΣ: Ερωτήσεις που ένας δημοσιογράφος (και όχι μόνο) πρέπει να κάνει σχετικά με αποτελέσματα δημοσκοπήσεων.

Για τις ερωτήσεις χρησιμοποιήθηκε σε ελεύθερη απόδοση το άρθρο των Sheldon R Gawiser & G . Evans Witt στο The practice of Social Research (επιμ. Earl Babbie, σελ . Α 1 29-Α 1 34). Τα σχόλια οφείλονται στον γράφοντα

  1. Ποιος έκανε την έρευνα; Ένας αντικειμενικός ανεξάρτητος οργανισμός, μια εταιρεία, μια ερευνητική ομάδα, ένα κόμμα, το επιτελείο ενός υποψήφιου; Μην εμπιστεύεστε οτιδήποτε π.χ. μια διαφημιστική εταιρεία συνδεδεμένη με έναν υποψήφιο ή ένα κόμμα.
  2. Ποιος πλήρωσε για την έρευνα και γιατί έγινε; Για την παρουσίαση στη κοινή γνώμη των μεγεθών; Είναι ενταγμένη σε μια σειρά συγκριτικών ερευνών; Έγινε για να διαμορφώσει την πολιτική του κάποιο κόμμα ή ένας υποψήφιος;
  3. Πόσοι άνθρωποι συμμετείχαν στην έρευνα; Πως έγινε η επιλογή όσων συμμετείχαν; Σχηματίστηκε ένα τυχαίο δείγμα με κάποια πιθανοθεωρητική διαδικασία; Είναι σημαντικό να παρατηρήσουμε ότι ένα δείγμα πρέπει να είναι αντιπροσωπευτικό να αντιπροσωπεύει, δηλαδή, τον πληθυσμό στον οποίο αναφέρεται. Αυτό δεν ικανοποιείται από την απλή διαδικασία τυχαιότητας. Το ότι ένα δείγμα είναι τυχαία κατανεμημένο ως προς το φύλο, την αστικότητα, την ηλικία δεν αποδεικνύει ότι είναι αντιπροσωπευτικό του πληθυσμού αναφοράς. Ένα δείγμα μεγέθους 2000 δεν είναι καλύτερο από ένα δείγμα μεγέθους 1 000 επειδή είναι διπλάσιο. Σημασία όπως σε πολλά πράγματα στη ζωή μας έχει η ποιότητα και όχι το μέγεθος.
  4. Ποιος είναι ο πληθυσμός αναφοράς της έρευνας; Η χώρα; Κάποια εκλογική περιφέρεια; Οι άνδρες; Οι νέοι; Οι πολίτες υψηλού μορφωτικού επιπέδου;
  5. Τα αποτελέσματα αναφέρονται στο σύνολο των ερωτηθέντων; Έχουν γίνει εκ των υστέρων σταθμίσεις ως προς το φύλο, την ηλικία την αστικότητα, την ψήφο ως προς τις προηγούμενες εκλογές; Είναι πολύ συνηθισμένο να παρουσιάζονται αποτελέσματα κατά φύλο, κατά ηλικία, κατά κόμμα, κατά μορφωτικό επίπεδο. Αλλά και αν ακόμα ένα δείγμα είναι αντιπροσωπευτικό του συνόλου, αυτό δεν αποδεικνύει ότι ένα κομμάτι του είναι αντιπροσωπευτικό του αντίστοιχου μέρους του πληθυσμού. Αν δηλαδή μια πανελλαδική έρευνα αντιπροσωπεύει το σύνολο των πολιτών ως προς τα ποσοστά των κομμάτων, δεν σημαίνει ότι οι νέοι ηλικίας 1 8-25 που συμμετείχαν στην έρευνα αντιπροσωπεύουν το σύνολο των νέων ηλικίας 1 8-25 ετών. Ή ότι όσοι δήλωσαν ότι ψήφισαν ΣΥΝ στις προηγούμενες εκλογές αντιπροσωπεύουν το σύνολο των ψηφοφόρων του ΣΥΝ των προηγούμενων εκλογών. Για να συμβαίνει αυτό πρέπει το συνολικό δείγμα να έχει σχηματιστεί σαν άθροισμα ανεξάρτητων αντιπροσωπευτικών δειγμάτων κάθε συνδυασμού επιμέρους κομματιών του δείγματος. Δηλαδή, να έχει επιλεγεί αντιπροσωπευτικό πανελλαδικό δείγμα των γυναικών, ηλικίας 1 8-25 ετών, ψηφοφόρων του ΣΥΝ, κατοίκων αγροτικών περιοχών, υψηλού μορφωτικού επιπέδου και αυτό να έχει συμβεί για κάθε συνδυασμό του φύλου, της ηλικίας, του κόμματος, της αστικότητας, του μορφωτικού επιπέδου. Δεδομένου ότι υπάρχουν 2 φύλα, 6 ηλικιακές ομάδες, 8 στάσεις στις προηγούμενες εκλογές, 3 κατηγορίες αστικότητας, 5 μορφωτικές ομάδες αυτό σημαίνει 2Χ6Χ8Χ3Χ5= 1 440 συνδυασμοί που ο καθένας πρέπει να αντιπροσωπεύεται για να έχουμε ένα δείγμα αντιπροσωπευτικό για κάθε μια από τις παραπάνω μεταβλητές. Δεν αρκεί να αντιπροσωπεύεται μια εκλογική περιφέρεια αναλογικά, π.χ. 1 0% του δείγματος να προέρχεται από την Α' Θεσσαλονίκης, για να αποτυπώνονται αντιπροσωπευτικά αποτελέσματα για αυτήν (την Α΄ Θεσσαλονίκης). Συνήθως οι σταθμίσεις που γίνονται παράγουν δειγματοληπτικά λάθη που κάνουν εντελώς ασαφή τα αποτελέσματα.
  6. Πότε έγινε ή έρευνα; Κανένας δεν ενδιαφέρεται για «παλιές» έρευνες ή για έρευνες που έγιναν με έντονη την επίδραση ενός ιδιαίτερου γεγονότος.
  7. Πως έγινε η έρευνα; Οι έρευνες με ερωτηματολόγιο και προσωπικές συνεντεύξεις είναι πιο αξιόπιστες από ότι οι τηλεφωνικές, από ότι οι ταχυδρομικές. Αυτό προϋποθέτει ότι οι συνεντευκτές είναι εκπαιδευμένοι, η διαδικασία συγκέντρωσης των δεδομένων ελέγχεται, τα δεδομένα έχουν καθαριστεί από λάθη και παραλείψεις. Οι τηλεφωνικές έρευνες κοστίζουν λιγότερο, γίνονται ποιο γρήγορα, δεν προκαλούν κινδύνους στους συνεντευκτές, μειώνουν την επίδραση του συνεντευκτή στον ερωτώμενο κάνουν ευκολότερη την μηχανογράφηση και επεξεργασία των δεδομένων. Στις έρευνες με προσωπική συνέντευξη συμμετέχει μεγαλύτερο μέρος του δείγματος, υπάρχει η δυνατότητα ελέγχου και καταγραφής δημογραφικών χαρακτηριστικών χωρίς ερωτήσεις ακόμη και στην περίπτωση άρνησης συμμετοχής, ο συνεντευκτής μπορεί να επαναδιατυπώσει μια ερώτηση και να διευκρινίσει ασαφή στοιχεία, να αλλάξει τη σειρά των ερωτήσεων ώστε να πάρει απαντήσεις, να ελέγξει αν ο ερωτώμενος ανήκει στον πληθυσμό αναφοράς. Οι υπόλοιπες έρευνες (π.χ. τηλεφωνήματα σε γραμμές 90 ή 800 ή γράμματα ακροατών ή τηλεθεατών) δεν αξίζει καν να αναφέρονται
  8. Ποιο είναι ανά παρουσιαζόμενο μέγεθος το δειγματοληπτικό λάθος; Πρέπει να αναφέρεται με μεγάλη σαφήνεια. Φυσικά δεν είναι κάποιο γενικό ίδιο «λάθος» για κάθε εκτίμηση. Είναι επίσης σημαντικό να γίνει κατανοητό ότι δεν πρόκειται για κάποιο «λάθος» επειδή κάτι δεν μετρήθηκε «σωστά» ή γιατί κάποιος δεν υπολόγισε «κάτι» αλλά για τα όρια της μεθόδου . Ένα ποσοστό που προκύπτει από μια δειγματοληπτική μέθοδο σημαίνει ότι το πραγματικό ποσοστό στον πληθυσμό κυμαίνεται ανάμεσα σε κάποια όρια . Όχι ότι είναι ακριβώς τόσο . Ποσοστό 40% σε δείγμα μεγέθους 1 600 πολιτών σημαίνει ότι στον πληθυσμό το ποσοστό κυμαίνεται από 37,5% μέχρι 42,5% και μάλιστα με 95% πιθανότητα. Δηλαδή υπάρχει 2,5% πιθανότητα να είναι μικρότερο από 37,5% και 2,5% να είναι μεγαλύτερο του 42,5%. Ποσοστό 1 6,6% σε δείγμα μεγέθους 56 (ψηφοφόροι του ΣΥΝ στις προηγούμενες εκλογές σε δείγμα 2000 ατόμων που δηλώνουν ότι θα επιλέξουν ΠΑΣΟΚ σε αυτές τις εκλογές) σημαίνει ότι το ποσοστό αυτό στον πληθυσμό, δηλαδή στο σύνολο των ψηφοφόρων ΣΥΝ των προηγούμενων εκλογών, κυμαίνεται από 6% μέχρι 26% και μάλιστα με 95% πιθανότητα. Δηλαδή, υπάρχει πιθανότητα 2,5% να είναι μικρότερο από 6% και 2,5% μεγαλύτερο από 26%. Διαφορά 3% μεταξύ δύο κομμάτων (π.χ. 40% το ένα και 37% το άλλο) σημαίνει ότι η πραγματική διαφορά τους είναι από 2% υπέρ του ενός μέχρι 8% υπέρ του άλλου με πιθανότητα 99%.
  9. Τι άλλα λάθη μπορεί να έχουν γίνει; Ιδιαίτερα πρέπει να προσεχτεί το ποσοστό πολιτών που αρνήθηκαν να απαντήσουν. Μέχρι τώρα στην Ελλάδα γνωρίζουμε ότι σε κάθε έρευνα με ερωτηματολόγιο και προσωπικές συνεντεύξεις το ποσοστό αυτό είναι περίπου 1 00%. Δηλαδή για κάθε συμπληρωμένο ερωτηματολόγιο έχει προσεγγιστεί ένας ακόμη πολίτης ο οποίος αρνήθηκε να απαντήσει. Αν δηλαδή έχουν απαντήσει 1 000 άτομα το δείγμα δεν έχει μέγεθος 1 000 αλλά 2000. Η προσέγγιση που συνήθως χρησιμοποιείται είναι να αναφέρονται τα αποτελέσματα στο μέρος του δείγματος που συμμετείχε στην έρευνα. Με την προσέγγιση αυτή γίνεται η παραδοχή ότι όσοι αρνούνται να απαντήσουν συμπεριφέρονται ακριβώς όπως και αυτοί που συμμετείχαν. Η παραδοχή αυτή όμως πρέπει να έχει ελεγχθεί -συνήθως με την περιγραφή των δημογραφικών χαρακτηριστικών και τους λόγους που επικαλούνται όσοι αρνούνται να συμμετέχουν-. Είναι επίσης γνωστό ότι στην Αθήνα το ποσοστό άρνησης είναι πολύ μεγαλύτερο (σχεδόν 1 0 προς 1 , δηλαδή για να συμπληρωθεί ένα ερωτηματολόγιο προσεγγίζονται 1 1 πολίτες) και το profile όσων απαντούν είναι διαφορετικό από το profile όσων αρνούνται να απαντήσουν. Επιπλέον, σε κάθε εκλογική αναμέτρηση υπάρχει σχεδόν 1 0% πολιτών που απέχουν για διάφορους υποκειμενικούς και αντικειμενικούς λόγους. Το ποσοστό αυτό συνήθως δεν εμφανίζεται στα αποτελέσματα των ερευνών. Πιθανόν οι πολίτες αυτοί κατά πλειοψηφία δηλώνουν ότι θα απέχουν και στις εκλογές αυτές και εξαιρούνται από την παρουσίαση των αποτελεσμάτων.
  10. Τι ερωτήσεις έχουν γίνει; Χρειάζεται η ακριβής διατύπωση των ερωτήσεων γιατί έχει πολύ μεγάλη σημασία. Οι «ερωτήσεις» που συγκροτούν ένα ερωτηματολόγιο δεν είναι μια σειρά ερωτήσεων που κάποιοι σκέφτηκαν να ρωτήσουν κατά τη διάρκεια brainstorming αλλά ένα συνεκτικό εργαλείο καταγραφής και ανάλυσης της εκλογικής συμπεριφοράς. Πρέπει να αντιστοιχούν στις δεδομένες συνθήκες και συνήθειες των πολιτών -ως προς τα μεγέθη που ανιχνεύονται-. Οι ερωτήσεις για παράδειγμα «ανεξάρτητα ποιο κόμμα πρόκειται να ψηφίσετε, ποιο κόμμα νομίζετε ότι θα κερδίσει τις εκλογές» και «από τους δύο -πρωθυπουργό και αρχηγό της αξιωματικής αντιπολίτευσης- ποιος νομίζετε ότι είναι ο καταλληλότερος πρωθυπουργός» είναι σχεδιασμένες για να βοηθήσουν την ανάλυση του μέρους του δείγματος που δηλώνει ότι δεν έχει ακόμη αποφασίσει και μάλιστα σε ένα δικομματικό περιβάλλον. Έτσι κατά σειρά μετά την ερώτηση «ποιο κόμμα θα ψηφίσετε αν γίνουν εκλογές την επόμενη Κυριακή;» διατυπώνεται η ερώτηση «ποιο κόμμα είναι πιο πιθανό να ψηφίσετε» σε όσους δεν απαντούν στην πρώτη, και οι δύο παραπάνω ερωτήσεις σε όσους δεν απαντούν και στη δεύτερη. Γιαυτό η χρήση τους πρέπει να γίνεται με περίσκεψη και γιαυτό παράγουν η μια ασταθή αποτελέσματα που έχουν αξία στο εσωτερικό των κομμάτων στα οποία αναφέρονται και η άλλη διαπιστώνει ότι οι δύο αρχηγοί των κομμάτων έχουν ή δεν έχουν μεγαλύτερη εμβέλεια από την εμβέλεια του κόμματος τους. Προφανώς επίσης δεν πρέπει να αξιολογούνται ερωτήσεις που κατευθύνουν σε απαντήσεις όπως π.χ. «Τι γνώμη έχετε για την κυβέρνηση που προκάλεσε ανεργία, άνοδο των τιμών και ευθύνεται για το τάδε ή το δείνα» ή «Τι γνώμη έχετε για τον τάδε ή δείνα συνεπή, ωραίο, ενημερωμένο»
  11. Ποια είναι η σειρά των ερωτήσεων; Πρέπει να αποφεύγονται προβλήματα κατεύθυνσης των πολιτών μέσω της αναφοράς σε προηγούμενες ερωτήσεις που εμπεριέχουν απαντήσεις σε επόμενες.
  12. Τι άλλες έρευνες έχουν γίνει; Δίνουν τα ίδια αποτελέσματα; Και αν όχι γιατί; Πως εξηγείται η διαφοροποίηση αυτή; Συχνά βλέπουμε να υπάρχει διακύμανση των ποσοστών σχεδόν από βδομάδα σε βδομάδα. Πρέπει να ερμηνευτεί πως προκύπτουν αυτές οι διαφοροποιήσεις.
  13. Λοιπόν οι έρευνες δείχνουν ότι οι εκλογές κρίθηκαν. Τι μένει να γίνει; Οι εκλογές δεν έχουν κριθεί παρά μόνο όταν τελειώσουν. Είναι μάλλον αυθαίρετο να υποθέτουμε ότι δημοσκοπήσεις που γίνονται πριν τις εκλογές είναι δυνατό να αποτυπώνουν αριθμητικά το τελικό αποτέλεσμα, αφού σε αυτή την περίπτωση ότι συνέβαινε μέχρι τις εκλογές δεν θα είχε καμία επίδραση συμπέρασμα που είναι κατά κάθε έννοια αυθαίρετο και λανθασμένο. Παρόλα αυτά μπορεί να συμβεί κάποια ή κάποιες έρευνες να προσεγγίσουν το αποτέλεσμα ιδιαίτερα σε σχέση με γενικά χαρακτηριστικά.
  14. Επιδρούν οι έρευνες στην κοινή γνώμη; Ευτυχώς οι έρευνες δεν αλλάζουν την άποψη και τη στάση των πολιτών. Μέσω των ερευνών αποτυπώνεται η πραγματικότητα. Η λανθασμένη ανάλυση της πραγματικότητας από τον τύπο, την τηλεόραση ή τα επιτελεία των κομμάτων ή των υποψηφίων μπορεί να προκαλέσει λάθος κινήσεις από την πλευρά τους και να στρέψει την πραγματικότητα σε βάρος τους. Όμως δεν φταίνε οι «έρευνες»¨για αυτό.
  15. Ρώτησα όλες τις παραπάνω ερωτήσεις και οι απαντήσεις είναι ικανοποιητικές. Η έρευνα λοιπόν είναι απόλυτα σωστή; Ποτέ δεν μπορείς να ξέρεις αν τα αποτελέσματα μιας δειγματοληπτικής έρευνας είναι απόλυτα ακριβή. Πρέπει να κάνεις μια απογραφική έρευνα για να το διαπιστώσεις.
  16. Με όλα τα παραπάνω προβλήματα και ενστάσεις αξίζει να αναφερόμαστε σε έρευνες γνώμης; Προφανώς, αν οι απαντήσεις στα παραπάνω είναι ικανοποιητικές.
  17. Αξίζει να αναφερθούμε σε αυτή την συγκεκριμένη έρευνα; Αυτό αφορά την αντικειμενική αξία της έρευνας, πράγμα που πρέπει να κρίνεις μόνος σου. Αν πιστεύεις ότι δεν μπορείς, πριν την παρουσιάσεις ρώτησε έναν που γνωρίζει και εμπιστεύεσαι και μπορεί να σε συμβουλεύσει.

Όταν φτάσουν στα χέρια σου τα αποτελέσματα της επόμενης έρευνας παρατήρησε πόσες από τις παραπάνω ερωτήσεις έχουν απαντηθεί (ή πόσες μπορεί να απαντηθούν από τις διαθέσιμες πληροφορίες).

Επιλογές περιήγησης:
Αρθρα του καθ. κ. Θεόδωρου Χατζηπαντελή >  Aρθρα στο Έθνος

Επισκευτείτε το site του μέσου


...Δείτε επίσης άρθρα στα παρακάτω μέσα: